Τα σπασμένα σπαθιά - Ν. Λυγερός - Τα κυρτά σπαθιά έσφαζαν ακόμα (Η αγριότητα της μάχης δεν περιγραφόταν)

The Siege of Malta (1565) Arrival of the Turkish fleet Matteo Perez d' Aleccio

Η αγριότητα της μάχης δεν περιγραφόταν.
Αυτό το θέαμα είδε η ημισέληνος 
και χάθηκε μέσα στη νύχτα.

Επιμέλεια Σοφία Ντρέκου 

Κυρτά σπαθιά
Ν. Λυγερός

Τα κυρτά σπαθιά έσφαζαν ακόμα
μα κανείς δεν πρόσεχε τις λεπίδες.
Όλοι είχαν μέσα τους κρυφές ελπίδες 
ενώ έπεφταν οι τελευταίοι στο χώμα.
Τα ονόματα άλλαζαν, όχι όμως η βαρβαρότητα. 
Οι εφιάλτες έγραφαν για την ουδετερότητα. 
Μόνο οι δάσκαλοι που ήξεραν το παρελθόν 
αντιστάθηκαν στην κυριαρχία και στο παρόν. 

Τα σπασμένα σπαθιά - Ν. Λυγερός

Μέσα στον πύργο, όλοι περίμεναν την τελική επίθεση. Ήξεραν ότι θα ερχόταν με τη νύχτα. Οι βάρβαροι ήθελαν τη βοήθεια της ημισελήνου. Οι δικοί μας ήταν στις θέσεις τους, έτοιμοι για όλα. Δεν είχαν πια πυρομαχικά. Τους είχαν μείνει μόνο οι λαβωμένες ασπίδες τους και τα σπαθιά τους.

Οι πανοπλίες τους ήταν γεμάτες βέλη, αλλά κανείς δεν έλεγε τίποτα. Ο δάσκαλος είχε διατάξει τη σιωπή. Δεν κοίταζε έξω πια. Απλώς, άκουγε κάθε θόρυβο. Τα κτήνη ερχόντουσαν να τους κατασπαράξουν. Αλλά το γεύμα τους θα ήταν πικρό. Αυτό είχε αποφασίσει κι αυτό θα γινόταν. Ήταν απλώς θέμα χρόνου κι ο χρόνος ήταν μαζί τους για ακόμα μία νύχτα.

Στην αρχή, οι δικοί μας δεν είχαν καταλάβει τα λόγια του. Αλλά αν και παράξενα, τον εμπιστεύτηκαν ακόμα μία φορά, ακόμα κι εκείνη τη στιγμή. Τους είχε πει να σπάσουν όλοι τους τα σπαθιά τους και μάλιστα άρχισε με το δικό του. Και πάλι πληγώθηκε η παράξενη χειρολαβή. Όταν είδε το αποτέλεσμα, ο δάσκαλος χαμογέλασε. Τουλάχιστον αυτό πίστεψαν στην αρχή οι δικοί μας, αλλά όταν άρχισε τις οδηγίες για την χρήση των κομματιών, κατανόησαν την άγρια διάθεσή του. Θα προκαλούσαν το χειρότερο πλήγμα που είχε δει ποτέ ο εχθρός τους σε όλες τις μάχες. Έδειχνε τις κινήσεις. Ήταν μία άλλη εποχή, από έναν άλλο πολιτισμό.

Η νοητική τους προετοιμασία διήρκησε μέχρι τη νύχτα, χωρίς παύση. Δεν υπήρχε πια λόγος. Ετοίμαζε το τέλος της μάχης. Όταν οι βάρβαροι εισέβαλλαν στον πύργο, αντίκρισαν ένα ανεξήγητο φαινόμενο. Τα σώματα των δικών μας είχαν γίνει ένα με τις πέτρες. Ήταν όλοι στο κέντρο, σαν να ήταν μία μοναδική πυγμή. Το τέρας είχε ενεργοποιηθεί. Δεν υπήρχαν πια άνθρωποι, οι μαθητές είχαν γίνει ένα με τον δάσκαλο και οι βάρβαροι δεν ήξεραν ποιον να χτυπήσουν και μόλις προσπάθησαν, τα σπασμένα σπαθιά άρχισαν τις πολεμικές κινήσεις που κανένας από τους εχθρούς δεν είχε δει.

Το τέρας δεν σκότωνε κανένα. Έπρεπε να μείνουν όλοι τους ζωντανοί. Είχε απαγορεύσει το θάνατο των εχθρών. Τους ήθελε όλους ζωντανούς κι ακρωτηριασμένους, για ν' ακούγονται οι κραυγές τους έξω από τον πύργο. Τα σπασμένα σπαθιά ήταν πιο ευκίνητα και κανένας βάρβαρος δεν τα προλάβαινε. Δεν άφηναν κανένα μυ άθικτο. Έσχιζαν τους πάντες. Οι τοίχοι γέμισαν αίμα και κραυγές.

Η αγριότητα της μάχης δεν περιγραφόταν. Μόνο τα κεφάλια δεν έπεφταν, για να φωνάζουν έλεος. Αλλά δεν υπήρχε κανένας για να το δώσει. Είχαν κάνει το λάθος να μπουν στον τάφο τους, μόνο που κανείς δεν έλεγε να τον κλείσει. Έξω οι άλλοι δεν μπορούσαν να φανταστούν το μακελειό, αλλά μετά την οργή, τους έπιασε ένας φόβος που δεν μπορούσαν να ελέγξουν. Κι όταν άρχισαν να σταματούν για να συνειδητοποιήσουν τι γινόταν, έπεσαν πάνω τους τα πρώτα κεφάλια των δικών τους.

Τότε μόνο κατάλαβαν ότι τα γεράκια της Μάλτας δεν είχαν πεθάνει, αλλά ήταν πια αργά. Εκείνα πέταξαν έξω από τον πύργο με τα κεφάλια των εχθρών. Αυτό το θέαμα είδε η ημισέληνος και χάθηκε μέσα στη νύχτα.